Γιάννης Κοπανάς: Δύο νέοι προσεισμικοί σταθμοί στη Ζάκυνθο και καμπανάκι για τα παλιά κτίρια
08/12/2025
Ο Ζακυνθινός διδάκτορας Φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, σεισμολόγος και ερευνητής της σεισμολογίας Γιάννης Κοπανάς, έκανε δηλώσεις στην εκπομπή της Μαριέττας Ποταμίτη, παρουσιάζοντας το μεγάλο εγχείρημα της ανίχνευσης προσεισμικών ηλεκτρομαγνητικών σημάτων στη Ζάκυνθο, αλλά και κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για την κατάσταση πολλών παλιών κτιρίων στην πόλη. Μίλησε για μια προσπάθεια που ξεκίνησε ήδη από το 1982, όταν εκείνος και ο επίσης Ζακυνθινός φυσικός Γιώργος Αντωνόπουλος, παιδιά και οι δύο που έζησαν τη μεγάλη καταστροφή του 1953, αποφάσισαν να αφιερώσουν τον ελεύθερο χρόνο τους, εθελοντικά και χωρίς αμοιβή, στην έρευνα προσεισμικών σημάτων, σε συνεργασία με τους καθηγητές Βαρότσο, Αλεξόπουλο και Νομικό.
Ο κ. Κοπανάς εξήγησε ότι η βασική ιδέα είναι πως πριν εκδηλωθεί ένας σεισμός, τα πετρώματα στο υπέδαφος υφίστανται τεράστιες πιέσεις, δημιουργούνται μικροθραύσεις και ευθυγραμμίσεις φορτίων, οι οποίες συνοδεύονται από ηλεκτρομαγνητικές εκπομπές σε συχνότητες που ο άνθρωπος δεν μπορεί να αντιληφθεί με τα φυσικά του αισθητήρια όργανα. Με τη βοήθεια της σύγχρονης τεχνολογίας, όμως, αυτά τα σήματα μπορούν να καταγραφούν από ειδικά όργανα, όπως συμβαίνει στον σταθμό ανίχνευσης προσεισμικών ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων στον Άγιο Λέοντα. Υπενθύμισε μάλιστα ότι ανάλογα «ανεξήγητη» ευαισθησία έχουν και πολλά ζώα, τα οποία αντιδρούν πριν από ισχυρούς σεισμούς, γεγονός που ενισχύει την πεποίθηση πως υπάρχει προσεισμική πληροφορία που μπορεί να αξιοποιηθεί.
Ο σταθμός στον Άγιο Λέοντα, όπως τόνισε, επαναλειτούργησε τον Σεπτέμβριο του 2023, έπειτα από την πλήρη καταστροφή του το 2011 λόγω μεγάλης πυρκαγιάς. Η επαναλειτουργία του κατέστη δυνατή χάρη στη συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής και τον καθηγητή Στέλιο Βολυράκη, με το ίδρυμα να χρηματοδοτεί τα όργανα, και τον ίδιο με τον Γιώργο Αντωνόπουλο να αναλαμβάνουν εθελοντικά τη στήριξη, την παροχή ρεύματος και διαδικτύου και τη γενικότερη τεχνική υποστήριξη. Τα δεδομένα μεταφέρονται αυτόματα στο Πανεπιστήμιο, όπου γίνεται συνεχής επεξεργασία και επιστημονική παρακολούθηση, με στόχο να διαχωριστούν τα φυσικά σήματα από τις ανθρωπογενείς ηλεκτρομαγνητικές εκπομπές.
Ο έμπειρος σεισμολόγος στάθηκε ιδιαίτερα στη νέα σημαντική εξέλιξη: την απόφαση της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων, μετά από εισήγηση του περιφερειάρχη Κώστα Καποδίστρια και ομόφωνη έγκριση του περιφερειακού συμβουλίου, να χρηματοδοτήσει την προμήθεια οργάνων για δύο επιπλέον σταθμούς στη Ζάκυνθο. Όπως ανέφερε, ο ένας σταθμός σχεδιάζεται να στηθεί στην περιοχή κοντά στο πρώτο νεκροταφείο της πόλης, δίπλα στις εγκαταστάσεις της Ένωσης Γεωργικών Συνεταιρισμών, και ο δεύτερος θα ενισχύσει το δίκτυο στον Άγιο Λέοντα. Οι διαδικασίες, σύμφωνα με την πληροφόρηση που έχει, αναμένεται να ολοκληρωθούν ώστε μέσα στο 2026 να έχουν εγκατασταθεί και οι δύο νέοι σταθμοί, δημιουργώντας έτσι ένα τριπλό δίκτυο που θα επιτρέπει την επαλήθευση των προσεισμικών σημάτων και τον ασφαλέστερο εντοπισμό τους.
Ο Γιάννης Κοπανάς ανέλυσε και τον τρόπο λειτουργίας αυτού του δικτύου, υπογραμμίζοντας ότι για να θεωρηθεί ένα σήμα πραγματικά προσεισμικό, θα πρέπει να καταγράφεται ταυτόχρονα και στους τρεις σταθμούς. Μόνο τότε μπορεί να αποκλειστεί με ασφάλεια η πιθανότητα να προέρχεται από κάποια ανθρώπινη δραστηριότητα, όπως βιομηχανικές εγκαταστάσεις ή άλλες πηγές παρεμβολών. Σε αυτό το πλαίσιο, η συνεργασία με ένα πανεπιστημιακό ίδρυμα δεν είναι μόνο επιστημονικά, αλλά και θεσμικά κρίσιμη, καθώς προσδίδει αξιοπιστία και διεθνή αναγνώριση στα ευρήματα. Ο ίδιος εξέφρασε την αισιοδοξία ότι με την πρόοδο της τεχνολογίας και τη συστηματική έρευνα, η πρόγνωση των σεισμών σε κάποιο βαθμό είναι εφικτή, και ότι η κατηγορηματική άρνηση για οποιαδήποτε δυνατότητα προσεισμικής πληροφορίας ουσιαστικά ισοδυναμεί με παραδοχή άγνοιας για το φαινόμενο.
Σε ό,τι αφορά τη σεισμική δραστηριότητα της Ζακύνθου, ο κ. Κοπανάς υπενθύμισε ότι το νησί έχει αντέξει πολλούς ισχυρούς σεισμούς από το 1953 μέχρι σήμερα, με τελευταίο μεγάλης έντασης τον σεισμό του 2018 στα δυτικά, προς την περιοχή των Στροφάδων. Επεσήμανε ότι οι σεισμοί που γίνονται δυτικά της Ζακύνθου είναι, ως έναν βαθμό, «ευνοϊκοί» για την πόλη, καθώς τα σεισμικά κύματα αποσβένονται μερικώς από τον ορεινό όγκο του νησιού πριν φτάσουν στον αστικό ιστό. Αντίθετα, οι σεισμοί που εκδηλώνονται ανατολικά, προς την περιοχή της Κυλλήνης ή στο θαλάσσιο χώρο ανάμεσα σε Ζάκυνθο και Κεφαλονιά, είναι πιο επικίνδυνοι, καθώς τα κύματα φτάνουν σχεδόν απευθείας στην πόλη χωρίς σημαντική απόσβεση.
Το μεγάλο καμπανάκι, ωστόσο, αφορά την κατάσταση πολλών παλιών κτιρίων στη Ζάκυνθο. Ο κ. Κοπανάς τόνισε ότι τα σπίτια που ανεγέρθηκαν μετά τον σεισμό του 1953 έχουν πλέον διανύσει περίπου 75 χρόνια ζωής, συχνά με προσθήκες καθ’ ύψος, επιβαρύνσεις του φέροντος οργανισμού, φθορές από καιρικές συνθήκες και συνεχή μικροσεισμική δραστηριότητα. Ειδικά για τα παλιά, εγκαταλελειμμένα κτίρια, πολλά από τα οποία βρίσκονται «ένα βήμα πριν την κατάρρευση», όπως είπε, η εικόνα είναι ανησυχητική: υπάρχουν μπαλκόνια και τμήματα όψεων που ήδη αποκολλώνται χωρίς καν να προηγηθεί σεισμός, καθιστώντας επικίνδυνη ακόμη και τη διέλευση πεζών, πόσο μάλλον σε έναν ισχυρό σεισμό.
Γι’ αυτό πρότεινε να υπάρξει ειδικό πρόγραμμα, χρηματοδοτούμενο από το κράτος ή την Ευρωπαϊκή Ένωση, όχι μόνο για ενεργειακές αναβαθμίσεις τύπου «Εξοικονομώ», αλλά και για συστηματική στατική ενίσχυση και συντήρηση των παλιών κτιρίων. Παράλληλα, ζήτησε από Δήμο και Περιφέρεια να καταγράψουν τα πραγματικά επικίνδυνα, εγκαταλελειμμένα κτίσματα, να αναζητηθούν λύσεις όπου υπάρχουν κληρονόμοι και, όπου δεν υπάρχουν, να βρεθεί νομική φόρμουλα προκειμένου είτε να συντηρηθούν είτε να κατεδαφιστούν, πριν προκαλέσουν θύματα σε έναν μελλοντικό σεισμό.
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε και στο τεράστιο κενό που υπάρχει σε επίπεδο προσεισμικού σχεδιασμού και εκπαίδευσης του πληθυσμού. Όπως επισήμανε, σε έναν μεγάλο σεισμό, η διακοπή ρεύματος και η πτώση των δικτύων κινητής τηλεφωνίας είναι σχεδόν βέβαιη, με αποτέλεσμα οι πολίτες να μένουν χωρίς επικοινωνία και χωρίς καθοδήγηση, αν δεν έχουν από πριν ξεκάθαρο σχέδιο. Διαφορετικό είναι το σενάριο σεισμού νύχτα, διαφορετικό όταν τα παιδιά είναι στο σχολείο και οι γονείς στις δουλειές, άλλο όταν βρισκόμαστε στην καρδιά του καλοκαιριού με χιλιάδες τουρίστες στο νησί. Για κάθε μία από αυτές τις περιπτώσεις, είπε, θα πρέπει να υπάρχει συγκεκριμένο, επεξεργασμένο σχέδιο, ώστε ο καθένας να ξέρει εκ των προτέρων τι πρέπει να κάνει.
Τέλος, σχετικά με το τι θα συμβεί αν εντοπιστεί ένα αξιόπιστο προσεισμικό σήμα από το δίκτυο των σταθμών, ο Γιάννης Κοπανάς διευκρίνισε ότι το πρωτόκολλο προβλέπει ενημέρωση της πολιτείας αποκλειστικά μέσω του Οργανισμού Αντισεισμικής Προστασίας και όχι απευθείας του κοινού. Αυτό, όπως εξήγησε, οφείλεται στο γεγονός ότι δεν υπάρχουν ακόμη ολοκληρωμένα, θεσμοθετημένα σχέδια για το πώς θα κληθεί να αντιδράσει η κοινωνία σε μια τέτοια περίπτωση. Υπενθύμισε, μάλιστα, το παράδειγμα της Σαντορίνης, όταν, μπροστά στο ενδεχόμενο έκρηξης, πολλοί κάτοικοι εγκατέλειψαν άναρχα το νησί, με σοβαρές κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες. Γι’ αυτό επέμεινε ότι η επιστημονική έρευνα, όπως αυτή που γίνεται στη Ζάκυνθο μέσα από τον σταθμό προσεισμικών ηλεκτρομαγνητικών σημάτων, πρέπει να συνοδεύεται από σοβαρό θεσμικό σχεδιασμό και συνεχή ενημέρωση πολιτών και επισκεπτών, ώστε η γνώση να μετατρέπεται σε πραγματική, οργανωμένη αντισεισμική προστασία.
Prisma Radio 90,2