Την 1η Νοεμβρίου παρουσιάζω το δεύτερο βιβλίο μου που τιτλοφορείται «Η σωστή λάθος στιγμή»/ Η ιστορία έχει να κάνει με την ανώνυμη κριτική και το πόσο εύκολα κρίνουμε τις ζωές των άλλων όταν υπάρχει και οικονομική ανταμοιβή
10/10/2025
«Πράγματι είναι το δεύτερο βιβλίο μου και τιτλοφορείται «Η σωστή λάθος στιγμή» από τις εκδόσεις «ΠΗΓΗ» και είναι ένα κοινωνικό μυθιστόρημα, που παρουσιάζει ένα θέμα που απασχολεί την κοινωνία μας.
Το έναυσμα για να γραφτεί αυτή η ιστορία ήταν η ανώνυμη κριτική και πόσο εύκολα κρίνουμε τις ζωές άλλων ανθρώπων. Υπάρχουν πέντε άνθρωποι που είναι παραλήπτες ενός μηνύματος, που τους καλεί να αξιολογήσουν τις ζωές τεσσάρων ανθρώπων και να αποφασίσουν ποιανού από τους τέσσερις η ζωή θα διορθωθεί.
Η διόρθωση αυτή θα επιτευχθεί μόνο με ομοφωνία της επιτροπής, τα μέλη της οποίας δεν συναντώνται ποτέ από κοντά και μπορούν να ακούσουν μόνο τη φωνή του άλλου.
Στην ουσία το κάθε μέλος της επιτροπής αντιπροσωπεύει ένα κομμάτι της κοινωνίας μας, είτε ηλικιακά είτε ως φύλο είτε πνευματικά.
Το κίνητρο, σε σχέση με την αξιολόγηση που θα κάνουν και εφόσον καταφέρουν να πετύχουν την πλήρη ομοφωνία για να διορθώσουν τη στιγμή ενός ανθρώπου, είναι η οικονομική ανταμοιβή.
Πάντοτε πίσω από οποιαδήποτε κριτική κρύβονται τα δικά μας βιώματα και τα δικά μας κίνητρα. Δεν αφορά τόσο πολύ τη συνθήκη του άλλου ανθρώπου, αλλά το ποιοι είμαστε εμείς και τι κουβαλάμε μέσα μας.
Αυτό θέλει να δείξει η ιστορία που έχω γράψει και φυσικά με έναν ανατρεπτικό τρόπο στο τέλος αποδεικνύεται ότι ποτέ δεν γνωρίζουμε όλες τις πτυχές και πολλές φορές τα πράγματα που νομίζουμε ότι συμβαίνουν μπορεί τελικά να μην συμβαίνουν με τον τρόπο που θεωρούμε.
Η παρουσίαση του βιβλίου θα γίνει την 1η Νοεμβρίου στη «Λέσχη ο Ζάκυνθος» και ώρα 7 το απόγευμα. Θα χαρώ πάρα πολύ να έρθουν οι συμπολίτες μας για να συζητήσουμε για αυτή την ιστορία.
Μπορώ να πω από την εμπειρία που είχα από το πρώτο βιβλίο, ότι νιώθω πολύ τυχερή για την επικοινωνία που απέκτησα με τους αναγνώστες, διότι μπήκαν σε κόπο πάρα πολλοί άνθρωποι στη Ζάκυνθο, αλλά και στην υπόλοιπη Ελλάδα, να στείλουν ένα μήνυμα και να μου εκφράσουν με ποιον ήρωα ταυτίστηκαν και τι τους άρεσε στην ιστορία. Πραγματικά το ένιωσα ως μεγάλη γενναιοδωρία από την πλευρά τους και θα ήθελα να ανοίξουμε έναν νέο κύκλο επικοινωνίας με το δεύτερο βιβλίο.
Επειδή έχω ασχοληθεί και ως εθελόντρια στην Ξενοπούλειο Παιδική Βιβλιοθήκη, θα σας πω, μελετώντας και τις έρευνες τόσο πανελλαδικά όσο και παγκόσμια, ότι το αναγνωστικό κοινό βαίνει μειούμενο.
Δεν είναι πολύ ελκυστικό να βάλεις στο χέρι ενός ανθρώπου ένα βιβλίο αυτή τη στιγμή, όταν έχει μάθει να λειτουργεί με εικόνες. Πιστεύω ότι χρειαζόμαστε έξυπνες ιστορίες και «έξυπνα» οχήματα για να πούμε σημαντικά πράγματα.
Ο Καμί είχε πει ότι αυτοί που γράφουν δυσνόητα έχουν σχολιαστές, ενώ εκείνοι που γράφουν ξεκάθαρα έχουν αναγνώστες. Νομίζω ότι οφείλουμε να δώσουμε στον κόσμο έξυπνες και γρήγορες ιστορίες, που θα είναι στη φιλοσοφία ενός σύγχρονου αναγνώστη.
Πέρα από το ρομαντικό και δημιουργικό κομμάτι της συγγραφής, που το απολαμβάνω πολύ και με έχει βοηθήσει ως προσωπικότητα, ο χώρος των εκδόσεων είναι ένας εντελώς διαφορετικός κόσμος που δεν έχει να κάνει με ρομαντισμό, αλλά με πωλήσεις και με εμπορικά κριτήρια.
Η αλήθεια είναι ότι οι εκδοτικοί οίκοι, και ειδικά οι μεγάλοι, δύσκολα επενδύουν σε ένα μη αναγνωρίσιμο άτομο. Θα μπορούσε κάποιος να μη γράφει καλά, αλλά να έχει περάσει από ένα τηλεπαιχνίδι και έτσι θα είχε ένα… «διαβατήριο» για να εκδώσει ένα βιβλίο, λόγω της αναγνωρισιμότητάς του.
Το βιβλίο ενός νέου συγγραφέα δύσκολα βρίσκεται στο τραπεζάκι των νέων κυκλοφοριών και στο ράφι, ώστε να το δει ο άλλος και να το αναζητήσει. Είναι μια μεγάλη αντικειμενική δυσκολία.
Μπορώ να πω ότι για το μέγεθος το δικό μου, ενός ανθρώπου μη αναγνωρίσιμου στο συγγραφικό χώρο, πήγε πολύ καλά το πρώτο μου βιβλίο.
Αρκεί να αναφέρω ότι πέρυσι που ήμουν στον «ΙΑΝΟ» στη Θεσσαλονίκη με τον σύζυγό μου, ζήτησα από μια έμπειρη πωλήτρια να μου φέρει το βιβλίο μου.
Πίστευα ότι δεν θα υπάρχει εκεί, διότι είχε περάσει ήδη ένας χρόνος από την έκδοση του, κι όμως πήγε πίσω σε ένα ράφι και έφερε το βιβλίο μου, το οποίο φυσικά ήταν καταχωνιασμένο.
Όταν τη ρώτησα πως ήξερε που βρίσκεται το βιβλίο, μου απάντησε ότι αυτή η κοπέλα που το έγραψε πρέπει να είναι από τη Θεσσαλονίκη γιατί μας το έχουν ζητήσει αρκετοί. Της είπα ότι δεν είμαι Θεσσαλονικιά, αλλά χαίρομαι που έχει πουλήσει αρκετά, γιατί δεν συμβαίνει συχνά να ζητούν βιβλίο μιας μη αναγνωρίσιμης συγγραφέως…».